(Ο
άγιος Νικόλαος (6 Δεκεμβρίου) - μετά
θα σας πω κι εκείνο με τον Τοτό.
Μιά
φορά λοιπόν πού ένας χριστιανός ευλαβής
και πιστός ταξίδευε με το πλοίο νύχτα
και με θαλασσοταραχή, γλίστρησε κι έπεσε
στη θάλασσα - τι λέω, στον πάτο
της θάλασσας.
Δεν
έχασε όμως την ψυχραιμία του και φώναξε
«Άγιε
Νικόλαε βοήθει μοι»
(@ βγάζοντας
μπουρμπουλήθρες από το στόμα)
και «ω
του θαύματος!
πολλά και ακατανόητα είναι τα θαυμάσιά
σου Kύριε!
ευρέθη
εις το μέσον του οσπητίου του (@
του
σπιτιού
του).
Kαι
τούτο μη αισθανθείς ενόμιζεν
ότι ευρίσκεται ακόμη εις τον βυθόν της
θαλάσσης.
Όθεν
και εκεί εφώναζεν».
Και
σηκώθηκε ή γειτονιά στο ποδάρι από τις
φωνές και σηκώθηκε κι η γυναίκα του και
φώναζε κι αυτή, (@
πού της γέμισε νερά το σαλόνι) και
μετά «Όθεν
(@
όλοι) από
τον θαυμασμόν τους και έκστασιν, έμειναν
άφωνοι και σιωπηλοί, μη ηξεύροντες τι
να ειπούν».
Τέλος,
άλλαξε τα βρεγμένα του ρούχα (@
γιά νά μήν πουντιάσει, έριξαν κι ενα
σφουγγάρισμα) κι όλοι μαζί
περιχαρείς κατευθύνθηκαν στην εκκλησία
και «Kαι
εις πολλήν ώραν το, Kύριε ελέησον, έκραζον»
).
Μιλάμε
για πολύ
κέφι !!! )
(Απόσπασμα
από το βιβλίο μου: Βίοι αγίων, Πρότυπα
προς αποφυγήν, σελίδα 205).
(@
Αλλά επειδή μπορεί να πουν κάποιοι
Εβραιοχριστιανοί, ότι δεν είναι αληθινά
αυτά πού γράφω εδώ...
Γι΄
αυτό τους βάζω εδώ και όλη την διήγηση
αυτή του διακτινισμού
(από τον βυθό της θάλασσας, μέχρι στο
σπίτι του Εβραιοχριστιανού), από το
βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου
Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα
μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις
Δόμος, 2005.
(@
Πιό κάτω Έλληνες: σας
έχω και πιστές Εβραιοχριστιανές, πού
ίσως να θέλουν να κάνουν κάτι στον άγιο
Νικόλαο !!!)
«Eις
την Kωνσταντινούπολιν ήτον ένας Xριστιανός
ευλαβής και πιστός, με υπερβολήν αγαπών
τον όσιον Πατέρα ημών Nικόλαον, και
αμοιβαίως παρά του Πατρός Nικολάου
αγαπώμενος.
Oύτος
λοιπόν θέλωντας μίαν φοράν να ταξειδεύση
εις άλλον τόπον διά κάποιαν αναγκαίαν
υπόθεσίν του, επήγε πρώτον εις τον Nαόν
του Aγίου Nικολάου και επροσευχήθη από
βάθους καρδίας.
Έπειτα
αποχαιρετίσας τους συγγενείς του και
φίλους, εμβήκεν εις το καΐκι.
Kατά
δε την ενάτην ώραν της νυκτός εσηκώθησαν
οι ναύται να γυρίσουν τα πανία του
καϊκίου, επειδή και εγύρισεν άλλος
άνεμος.
Eσηκώθη
δε και ο ευλαβέστατος εκείνος άνθρωπος
διά να υπάγη εις χρείαν ύδατος.
Kαι
επειδή όλοι οι ναύται εκαταγίνοντο εις
το να γυρίσουν τα πανία, διά τούτο
περιπλεχθείς ο Xριστιανός εκείνος και
συμποδισθείς, (καθώς τούτο συνειθίζει
να ακολουθή εις τοιαύτας περιστάσεις),
ερρίφθη
εις την θάλασσαν.
Oι
δε ναύται δεν εδυνήθησαν να κάμουν
καμμίαν μέθοδον διά να τραβίξουν εκ της
θαλάσσης τον άνθρωπον.
Ένα
μεν, διατί ήτον σκότος και άλλο δε, διατί
ο άνεμος έπνεε δυνατώτερα, και εβίαζε
το πλοίον διά να πηγαίνη έμπροσθεν.
Όθεν
καθήμενοι εθρήνουν και έκλαιον διά τον
του ανδρός πικρόν θάνατον.
O
δε Xριστιανός εκείνος, επειδή και έπεσεν
εις την θάλασσαν καθώς ήτον φορεμένος
με όλα τα ρούχα του,
καταποντιζόμενος
εις τον βυθόν του πελάγους,
ενθυμήθη και έλεγε με τον νουν του.
Άγιε
Nικόλαε βοήθει μοι.
Φωνάζωντας δε νοερώς την φωνήν ταύτην,
ω
του θαύματος!
πολλά και ακατανόητα είναι τα θαυμάσιά
σου Kύριε!
ευρέθη
εις το μέσον του οσπητίου του.
Kαι
τούτο μη αισθανθείς ενόμιζεν
ότι ευρίσκεται ακόμη εις τον βυθόν της
θαλάσσης.
Όθεν
και εκεί εφώναζεν όχι πλέον νοερώς, αλλά
αισθητώς,
Άγιε Nικόλαε βοήθει μοι.
Oι
δε γείτονες ακούοντες τας φωνάς του
εσηκώθησαν.
Oμοίως
και οι άνθρωποι του οσπητίου του
σηκωθέντες, άναψαν φως.
Aλλά
και οι έξωθεν ακούσαντες, έτρεξαν και
εκείνοι, και βλέπουσιν αυτόν εις το
μέσον της οικίας του εστώτα και κράζοντα.
Bλέπουσι
δε και τρέχει νερόν πολύ της θαλάσσης
από τα ρούχα οπού εφόρει.
Όθεν
από τον θαυμασμόν τους και έκστασιν,
έμειναν άφωνοι και σιωπηλοί, μη ηξεύροντες
τι να ειπούν.
O
δε Xριστιανός εκείνος εφώναζεν.
Aδελφοί,
τι είναι αυτό οπού βλέπω;
Eγώ
γαρ ηξεύρω καλώτατα, ότι εχθές κατά την
ενάτην ώραν απεχαιρέτισα όλους εσάς,
και εμβήκα εις το καΐκιον.
Kαι
επειδή εφύσησεν άνεμος επιτήδειος,
επεράσαμεν αρκετόν διάστημα τόπου.
Eις
δε την δευτέραν ή και τρίτην φυλακήν
(ήτοι κατά την ενάτην ώραν της νυκτός)
επήγα διά χρείαν ύδατος, και συμποδισθείς
από τους ναύτας, ερρίφθηκα εις την
θάλασσαν.
Όθεν
επικαλούμην τον Άγιον Nικόλαον εις
βοήθειαν. Πού
δε τώρα είμαι, δεν ηξεύρω.
Όθεν εσείς είπατέ μοι. Ότι εγώ είμαι
εκστατικός και άλλος εξ άλλου έγινα.
Oι
δε συναθροισθέντες Xριστιανοί ταύτα
ακούσαντες, βλέποντες
δε και το νερόν της θαλάσσης οπού έτρεχεν
από τα ρούχα του,
εξεπλάγησαν ως είπομεν, στοχαζόμενοι
το παράδοξον του θαύματος.
Όθεν
έχαιρον μαζί με τον διασωθέντα αδελφόν,
και εδάκρυον ενταυτώ. Kαι
εις πολλήν ώραν το, Kύριε ελέησον, έκραζον.
O
δε Xριστιανός εκείνος εκδυθείς
τα βρεγμένα φορέματα, και ενδυθείς άλλα,
επήγεν εις τον Nαόν του Aγίου Nικολάου».
Εδώ
σας έχω Έλληνες
και τις πιστές Εβραιοχριστιανές (με
την άγκυρα του αγίου Νικολάου),
πού προσεύχονται όλες ευλαβικά στον
άγιο Νικόλαο, πού έσωσε το παλικάρι
από τον βυθό.
Αναρτήθηκε:
Γεώργιος Γρηγορομιχελάκης : Συγγραφέας,
Ιστορικός Ερευνητής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου